Η πρόκληση της κλιματικής κατάρρευσης, είναι οικουμενική, αφορά όλη την ανθρωπότητα που οφείλει να την αντιμετωπίσει ως ένα ζήτημα υπαρξιακής τάξεως. Η κλιματική κατάρρευση ή θα ανασχεθεί, ή θα μας καταστρέψει.
Η ανάσχεση της έχει δύο πυλώνες:
Α. την αλλαγή του υπαρκτού καπιταλισμού, δηλαδή τον ενεργειακό, τον παραγωγικό, και τον καταναλωτικό μετασχηματισμό των αναπτυγμένων κυρίως κοινωνιών, και
Β. Τον αναστοχασμό μας σε ό,τι αφορά το ρόλο του κράτους και την ποιότητα της Δημοκρατίας σε συνθήκες κρίσης διαρκείας.
Η τάχιστη κατάργηση εξόρυξης, στα πλαίσια του εφικτού, της διάθεσης και ζήτησης ορυκτών καυσίμων, είναι το αυτονόητο πρώτο βήμα. Η οικονομία του πετρελαίου έχει πιάσει ταβάνι. Η ακρίβεια, οι τεχνητές διακυμάνσεις στην τιμή και άρα σε όλη την παραγωγική διαδικασία μέχρι το καλάθι του νοικοκυριού, έχουν κλιμακώσει τις ανισότητες στο μη παρέκει. Απέχουμε στιγμές από μία διάρρηξη της κοινωνικής συνοχής, χωρίς επιστροφή. Αυτό που επίσης έχει τελειώσει, ή πρέπει να τελειώσει, είναι η ελαστικότητα του αναπτυγμένου κόσμου προς αυταρχικά καθεστώτα που συνήθως ελέγχουν την παραγωγή και διάθεση πετρελαίου. Αν οι κρίσεις του παρελθόντος δεν ήταν αρκετές για να μας πείσουν, ας πάρουμε το μάθημα της Ουκρανίας. Την ίδια ώρα, η τιμή του ήλιου και του αέρα παρέμεινε και παραμένει δωρεάν. Έχουμε την τεχνολογία τα χρήματα και την ευκαιρία να καλύψουμε τις ενεργειακές ανάγκες της βιομηχανίας, της μετακίνησης και των νοικοκυριών από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, με έμφαση στην αυτοπαραγωγή, και τις ενεργειακές κοινότητες. Και όπου η παραγωγή υπολείπεται της ζήτησης, να κάνουμε όσα πρέπει ξεκινώντας από την μείωση της σπατάλης και προχωρώντας σε γενναία εξοικονόμηση.
Η ιδέα της αέναης μεγέθυνσης καταρρέει αν αντιληφθούμε πως υπάρχουν πλανητικά όρια. Παραγωγικά έχουμε ξεπεράσει προ πολλού τις βασικές ανάγκες του ανθρώπου. Αυτό που οφείλουμε να κάνουμε τώρα είναι να μετασχηματίσουμε την κοινωνία μας σύμφωνα με τις αρχές μας, δηλαδή να θεσπίσουμε την στέγη, την ενέργεια, το νερό, την τροφή, την πρόσβαση στην υγεία και την παιδεία ως αδιαπραγμάτευτα ανθρώπινα δικαιώματα, που θα τα διασφαλίζει το κράτος για τους πολίτες του.
Το κράτος θα πρέπει να αναλάβει κι έναν ακόμα ρόλο. Η κλιματική κατάρρευση απαιτεί τεράστιες επενδύσεις σε υποδομές, αλλά και αποζημιώσεις των θυμάτων. Καμιά αγορά δεν είναι σε θέση να καλύψει αυτές τις επενδύσεις. Αντιθέτως, μαζί με τους πολίτες, η οικονομία θα χρειαστεί αυτές τις νέες υποδομές, όπως θα χρειαστεί τις κοινωνίες να παραμείνουν λειτουργικές, ειρηνικές. Η ιδέα της απορρύθμισης της αγοράς που επιδίωκε να υπάρξει έξω από το κράτος, ήταν η αιτία πίσω από τις κρίσεις που ζήσαμε και θα ζήσουμε. Μίας αγοράς που, πολύ κακώς, μας έπεισε πως το κράτος αποτελεί εμπόδιο στην ευμάρεια και την οικονομική ανάπτυξη, αλλά στην πραγματικότητα παρασιτούσε, δεν πλήρωνε φόρους, κακοπλήρωνε τους εργαζόμενους της, οι οποίοι σε ακραίες περιπτώσεις βασίζονταν στην κρατική αρωγή μέσω κουπονιών σίτισης αντί να ζουν από το μισθό τους, από την σχέση αποκλειστικής απασχόλησης. Το μοντέλο της απληστίας, όπως το περιγράφει συνοπτικά ο Μπέρνι Σάντερς.
Που είμαστε σήμερα, και που θέλουμε να πάμε αύριο. Σήμερα είμαστε στο στάδιο ενός βίαιου ξυπνήματος παρά τις προειδοποιήσεις των επιστημόνων για δεκαετίες πως οδηγούμαστε σε αδιέξοδο. Ακούγαμε πως η κλιματική δράση, η καταπολέμηση των αιτιών της κλιματικής κατάρρευσης, θα οδηγούσε σε επισιτιστική κρίση. Η πραγματικότητα είναι τελείως διαφορετική. Η κλιματική αδράνεια, η αδράνεια Μητσοτάκη για πέντε χρόνια, η υποχώρηση από κάθε έργο συντήρησης των υποδομών, αλλά και ανάπτυξης τους, σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα και τις δεσμεύσεις μας για χρήματα που είχαμε εκταμιεύσει, μας οδήγησαν στην καταστροφή της Θεσσαλίας. Στην απώλεια του 20% της αγροτικής γης. Η αναγκαιότητα για κλιματική δράση δεν είναι πια έκκληση, σενάριο, εικασία, παράκληση. Είναι όρος επιβίωσης.
Η κλιματική αδράνεια δεν είναι το μεγαλύτερο έγκλημα της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας, όσο πολύτιμος κι αν είναι ο χρόνος. Το μεγαλύτερο έγκλημα είναι ο διχασμός της κοινής γνώμης, η μείωση της εμπιστοσύνης στο πολιτικό σύστημα και την πολιτική διαδικασία, και έτσι η ενίσχυση των συνωμοσιολόγων και των αρνητών κάθε επιστημονικής γνώσης και τεκμηρίωσης. Οι αλλαγές που πρέπει να κάνουμε είναι τεράστιες, αν θέλουμε να κρατήσουμε την ίδια ποιότητα ζωής. Αυτές δεν μπορούν να γίνουν από έναν. Απαιτείται σχεδιασμός, συμπράξεις, διαβουλεύσεις, συναινέσεις - εντός του πολιτικού συστήματος, όσο και με την κοινωνία. Αυτό έχει δυναμιτιστεί, όπως έχει πληγεί και η πίστη των πολιτών στις κρατικές λειτουργίες με όρους διαφάνειας και αξιοκρατίας.
Όσα περιγράφουμε μέχρι εδώ δεν αποτελούν ιδέες της αριστεράς, ή του γράφοντος, αλλά το ελάχιστο πεδίο συνεννόησης για την συνέχιση του ανθρώπινου πολιτισμού και επομένως για την συνέχιση της δραστηριότητας του, επιχειρηματικής ή άλλης. Προσωπικά πιστεύω ότι η επιχειρηματική τάξη έχει στοιχεία υψηλής προσαρμοστικότητας κι αν της δοθούν τα εργαλεία και οι σωστές πολιτικές κατευθύνσεις θα δουλέψει ακόμα καλύτερα στην νέα πραγματικότητα. Αυτό που με φοβίζει είναι η έλλειψη πολιτικής βούλησης λόγω του εθισμού στα ορυκτά καύσιμα. Ο μετασχηματισμός των ενεργειακών κολοσσών και όσων εξαρτώνται από αυτούς, οφείλει να είναι προτεραιότητα όλων των πολιτικών δυνάμεων σε Ελλάδα και Ευρώπη, αλλά και ιδίων των μετόχων τους. Δεν μπορεί η πρόσκαιρη ευημερία πολύ λίγων να σημάνει το τέλος όλων. Οι κοινωνίες που θα προχωρήσουν ταχύτερα σε αυτή την νέα πραγματικότητα, θα είναι οι κοινωνίες που θα προσελκύσουν τις νέες επενδύσεις, γιατί θα παρέχουν ασφάλεια και κοινωνική ειρήνη. Αν το αυτονόητο της επιστημονικής γνώσης δεν είναι αρκετό, ας κοιτάξουμε τους εσωτερικούς πρόσφυγες της Εύβοιας, τις τιμές των τροφίμων μετά την καταστροφή της Θεσσαλίας, και ας θυμηθούμε πως είναι ακόμα μόνο Νοέμβριος. Πως ο χειμώνας είναι μπροστά μας.
Άρθρο του Πέτρου Κόκκαλη στο LiBRE
Comments